Το ΔΟΚΙΜΙΟ άρχισε να γράφεται το 2000 με αποκλειστικό σκοπό να μελετήσει τη ζωγραφική του Πανσέληνου. Είχα την εντύπωση ότι η έρευνα είχε καταλήξει σε τυφλό σημείο, με συνέπεια πολλά μνημεία να υποφέρουν από την ένταξή τους σε χρονολογικά και τεχνοτροπικά σχήματα που τοποθετούν την τοιχογράφηση του Πρωτάτου στα τέλη του 13ου αιώνα.
Ο πίνακας του Γ. Καστρίτση «Τυχαία συνάντηση με τον Διονύσιο εκ Φουρνά», 2001, είχε καταλυτική επίδραση στη δομή της μελέτης. Εξαιτίας του διευρύνθηκε το πλαίσιό της για να περιλάβει τον Διονύσιο εκ Φουρνά και σχόλιο για τη σύγχρονή μας εκκλησιαστική ζωγραφική. Ακόμα, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω πως, επηρέασε την οπτική μου για τον 13ο αιώνα και το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι.
Στο κύριο μέρος της μελέτης συζητούνται τα σχετικά με το Πρωτάτο του 13ου αιώνα και τον Πανσέληνο και προτείνεται να χρονολογηθούν οι οικοδομικές εργασίες και η τοιχογράφηση του Πανσέληνου ανάμεσα στο 1262 και το 1272, δηλαδή κάπου εικοσιπέντε χρόνια νωρίτερα από την κρατούσα χρονολόγηση του μνημείου.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]