Όταν έπεσε τυχαία στα χέρια του Νικόλαου το Excelsior, ένα απ` τα μεγαλύτερα διαμάντια του κόσμου, στο αδαμαντωρυχείο του Γιοχάνεσμπουργκ, δεν μπορούσε να φανταστεί την πορεία της διαδρομής του, ούτε βέβαια τις συνέπειες που θα του επιφύλασσε η ζωή.
Η φαρμακερή, αφρικανική, μαύρη μάμπα σηματοδότησε το ξεκίνημα των περιπετειών της οικογένειας Αργυρίου, σε μια διαχρονική πορεία, ανάμεσα στην Αθήνα, το Γιοχάνεσμπουργκ, το Άμστερνταμ, το Παρίσι, τη Μασσαλία και την Τζέντα.
Ο Αλκιβιάδης, κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, αδικημένος από τη ζωή, βίωσε την ορφάνια, τη μοναξιά και τα πολλαπλά χτυπήματα της μοίρας και δε δικαιώθηκε ποτέ.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε η ματαιοδοξία της άπληστης Λιλής, που πίστεψε πως θα μπορούσε ν` ανεβεί τα σκαλοπάτια της αριστοκρατίας και να επιβληθεί σ` αυτή, με τη γοητεία της και την επίδειξη χλιδής.
Όσες εκπλήξεις, όμως, κι αν επιφύλασσε η μοίρα, μοναδικός καταλύτης υπήρξε πάντα η ανυπέρβλητη κι ανιδιοτελής φιλία των ηρώων, που σε κάθε περίπτωση απέδιδε `τα του Καίσαρος τω Καίσαρι`.
Τελικά, ίσως κάποιες υπερκόσμιες δυνάμεις καθορίζουν τη μοίρα μας και κάποιος κριτής αποδίδει δικαιοσύνη, σαν Θεία Δίκη.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]