Ο Φράνκι Μπλου ήθελε πάντοτε να τον συμπαθούν. Τώρα, στα τριάντα του, το παρατσούκλι που έχει από τα μαθητικά του χρόνια -Φράνκι ο Παραμυθάς- προσδιορίζει το ποιος είναι και τι κάνει. Έχει γίνει ένας από τους πιο επιτυχημένους μεσίτες ακινήτων του Γουάιτ Σίτυ, στο Λονδίνο. Τα παραμύθια του τον βοηθάνε να πουλάει τον εαυτό του, και μαζί να πουλάει όνειρα, αέρα κοπανιστό και άδειους χώρους. Όλοι οι φίλοι του από το σχολείο έχουν πραγματοποιήσει ήδη τις επιδιώξεις τους, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Ο αρχινάρκισσος Ντάιαμοντ Τόνυ περνάει τις μέρες του μπροστά σε καθρέφτες ως κομμωτής. Ο μονόχνοτος Νοτζ έχει υποκαταστήσει τα όνειρά του για εξωτικά ταξίδια με την πεζή πραγματικότητα των περιπλανήσεων στο Λονδίνο, στο τιμόνι ενός ταξί. Και ο Κόλιν έχει γίνει ένας σπασίκλας κομπιουτεράς, που τον ενδιαφέρουν περισσότερο οι βόλτες στο διαδίκτυο από τις βόλτες για γκόμενες. Αυτοί είναι οι φίλοι του Φράνκι, αυτοί τον στηρίζουν, σ` αυτούς νιώθει ότι ανήκει. Όλο και περισσότερο, όμως, ο Φράνκι συνειδητοποιεί πως έχει βαρεθεί τη ζωή μαζί τους, έχει βαρεθεί να προσποιείται πως οτιδήποτε άλλο είναι συμβιβασμός. Έτσι, λοιπόν, αποφασίζει να προχωρήσει στη «μεγάλη προδοσία»: Ετοιμάζεται να παντρευτεί την Βερόνικα, μια παθολογοανατόμο που περνάει τη ζωή της σκαλίζοντας το εσωτερικό των ανθρώπων, για να ανακαλύψει τι δεν πήγε καλά. Αυτό το ταλέντο της το εξασκεί σε ζωντανούς και πεθαμένους, πράγμα που προκαλεί στον Φράνκι μεγάλο άγχος. Κι από τη στιγμή που αποκαλύπτει τα σχέδιά του περί γάμου, η ζωή του Φράνκι καταλήγει σε μια σειρά από αντιφάσεις και αλληλοσυγκρουόμενες επιλογές: ανάμεσα στην φίλη του και στους φίλους του, στην ασφάλεια και στην ελευθερία, στην αλήθεια και στα ψέματα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]