«Η δυαδική υπόσταση του Χριστού στάθηκε για μένα πάντα βαθύ, ανεξερεύνητο μυστήριο. Η λαχτάρα, η τόσο ανθρώπινη, η τόσο υπεράνθρωπη, να φτάσει ο άνθρωπος ως τον Θεό ή, πιο σωστά, να επιστρέψει ο άνθρωπος στον Θεό και να ταυτιστεί μαζί του. Η νοσταλγία αυτή, η τόσο μυστική και συνάμα πραγματική, άνοιξε μέσα μου πληγές και πηγές μεγάλες. Από τη νεότητά μου η πρωταρχική αγωνία μου, από όπου πήγαζαν όλες οι χαρές μου κι όλες μου οι πίκρες, ήταν τούτη: η ακατάπαυστη, ανήλεη πάλη ανάμεσα στο πνεύμα και στη σάρκα».
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]