Στέκομαι όταν στέκεσαι, κινούμαι όταν κινείσαι, αδύνατον να είμαι όπου εσύ δεν είσαι! Τι είμαι; Στα παλιά χρόνια, οι σκιές δεν ήταν μαύρες, αλλά πολύχρωμες! Και μιλούσαν! Όμως οι άνθρωποι δεν τους φέρονταν καλά: άρχισαν να τις κυνηγούν, να τις πατούν, να τους ρίχνουν νερό, να τους κάνουν φάρσες, ακόμη και να τις πουλάνε! Οι σκιές πείσμωσαν κι έγιναν μαύρες και αμίλητες. Κι από τότε μονάχα μέσα στη μεγάλη φαντασία κάποιων, όπως τα παιδιά, οι συγγραφείς ή οι ζωγράφοι, οι σκιές αποκτούν ξανά χρώματα και μιλιά και γίνονται πάλι η καλή παρέα των ανθρώπων.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]