Η φωτιά μέσα στον πέτρινο φούρνο σιγά σιγά πέφτει. Η λαμαρίνα με το φαγητό που θα ψηθεί είναι πάνω στο πεζούλι, περιτριγυρισμένο από μέλισσες. Τα τζιτζίκια έχουν αρχίσει το τραγούδι απ` το πρωί. Η γέρικη συκιά είναι φορτωμένη. Κοιτάζω τις φλόγες που παίζουν μέσα στο φούρνο. Η αύρα του περιβολιού με μεθάει και με γυρίζει πίσω σ` εκείνη τη νύχτα. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]