Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έζησα στιγμές μεγάλης κατάρρευσης και, τότε, μια φωνή μέσα μου κραύγαζε: `Ας τελειώσουν όλα αυτά!`, αλλά εγώ την ανάγκαζα να σωπάσει γιατί στην πραγματικότητα δεν ήθελα `όλα αυτά` να τελειώσουν. Ήξερα ότι αυτή θα είναι η ζωή μου στο εξής: θα υπάρχουν στιγμές πλήρους σύγχυσης αλλά και στιγμές μεγάλης χαράς, όταν ένα βλέμμα, ένα ξαφνικό χαμόγελο θα με ανταμείβουν, και με το παραπάνω, για τις καθημερινές μου δοκιμασίες. Ενώ το άγχος και η αγωνία μου ήταν οικεία συναισθήματα, δεν ήξερα πια τι σημαίνει ανία, γιατί ούτε ένα λεπτό της ημέρας δεν έμενα χωρίς απασχόληση. Ζούσα για κάτι, ζούσα για κάποιον. Νομίζω ότι πολύ σπάνια στο παρελθόν, αλλά ούτε και αργότερα, έχω νιώσει ένα τέτοιο αίσθημα πληρότητας, χωρίς ποτέ να αμφιβάλω για την ορθότητα των αποφάσεών μου.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]