Το Βυζάντιο ή Πόλη του Κωνσταντίνου (Κωνσταντινούπολη), η «νέα Ρώμη» της ανατολικής αυτοκρατορίας, έμελλε να γίνει από τις αρχές του 4ου αιώνα η πρωτεύουσα της βυζαντινής ή μεσαιωνικής ελληνικής αυτοκρατορίας, η οποία προοριζόταν να παίξει έναν κυρίαρχο ρόλο στην ιστορική εξέλιξη των λαών και των εθνών της νοτιοανατολικής μεσογειακής λεκάνης για ενδεκάμισι περίπου αιώνες, έως ότου λίγο μετά τα μέσα του 15ου αιώνα μία άλλη μεγάλη δύναμη, οι οθωμανοί Τούρκοι, φτάνοντας από την Ανατολή, αντικατέστησαν τη βυζαντινή αυτοκρατορία σε αυτή την κρίσιμη περιοχή. Κατά τη μακρά διάρκειά της, η βυζαντινή αυτοκρατορία κατάφερε να επιβιώσει μέσα από αναρίθμητες εξωτερικές απειλές από τη Δύση, τον Βορρά και την Ανατολή και εν μέσω πολλών εσωτερικών αναταράξεων. Σε παράλληλη βάση κατάφερε να δημιουργήσει μία μεγάλη αυτάρκη κουλτούρα και πολιτισμό, με καταπληκτικά επιτεύγματα στα γράμματα, στις επιστήμες και στις τέχνες. Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του μοναδικού πολιτισμού δεν ήταν μόνο η αρχαία ελληνική και ελληνιστική κληρονομιά και η ελληνορθόδοξη χριστιανική παράδοση, αλλά και οι διεισδυτικές κοινωνικές, θεσμικές, οικονομικές και πολιτιστικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες προκάλεσαν τη βαθμιαία μεταμόρφωση του ύστερου ρωμαϊκού κράτους σε ένα σαφώς μεσαιωνικό ελληνικό κράτος. Η έναρξη της βυζαντινής αυτοκρατορίας εγκαινιάζει την ιστορία του μεσαιωνικού ελληνισμού, ενώ η τελική της πτώση συμπίπτει με την αυγή του νεότερου ελληνισμού διαμέσου των δύσκολων αιώνων της οθωμανικής κυριαρχίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]