Ο Άτλας κούνησε τους μοχλούς και το όχημα σηκώθηκε απ` το βυθό κι άρχισε να πλέει με μεγάλη ταχύτητα μέσα στη θάλασσα. Ύστερα από μία ώρα περίπου, οι επιβάτες είδαν να προβάλλει στο βάθος μια θαυμάσια και παράξενη πολιτεία, με οικοδομήματα πανύψηλα, ωραιότατα σε ρυθμό, που δεν είχαν όμως παράθυρα. Κι αυτές οι οικοδομές έλαμπαν ολόκληρες από πολύχρωμα, φωσφορικά αντιφεγγίσματα, πολύ καλαίσθητα κανονισμένα, που έδιναν μια φαντασμαγορική όψη σ` όλη την πολιτεία.
Το θέαμα ήταν τόσο φαντασμαγορικό, που οι φίλοι μας έμειναν κατάπληκτοι.
`Να η Ατλαντίς, κύριοι!` τους είπε ο πρώτος συνοδός τους. `Τώρα, προσοχή! Θα περάσουμε την Πύλη του Θόλου του Θανάτου`.
`Μήπως, τελικά, το παραμύθι εξιστορεί την περιπέτεια του ελληνισμού, ο οποίος έχει καταφέρει να επιβιώσει -έστω και `παρά τρίχα`- τόσες φορές; Αν είναι έτσι, αυτή η πτυχή καθιστά το διήγημα ακόμα πιο επίκαιρο στις μέρες μας.
`Πολλά είναι τα `χαμένα` που μπορεί να βρει, να κερδίσει και να φυλάξει ο αναγνώστης εξερευνώντας τους `χαμένους κόσμους` του Καραγάτση. Ένας χαμένος κόσμος πάντα κρύβει μέσα του αμέτρητους άλλους`.
[Από το επίμετρο του Παναγιώτη Σφαλαγκάκου]
Το διήγημα αυτό, που δημοσιεύεται για πρώτη φορά σε βιβλίο, είναι μια μαγική και αλληγορική κάθοδος στη χαμένη Ατλαντίδα. Καραγάτσης ατόφιος, για μικρούς και μεγάλους.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]