Η τραγωδία «Επτά επί Θήβας» αποτελεί το τρίτο έργο μιας τριλογίας με προηγούμενα έργα τις τραγωδίες «Λάιος» και «Οιδίπους» και το σατυρικό δράμα «Σφιγξ», που δε σώζονται. Ένα χρόνο μετά την κατάκτηση του πρώτου βραβείου από τον Σοφοκλή, ο Αισχύλος στρέφεται προς το θηβαϊκό κύκλο και ανεβάζει αυτή την τραγωδία δείχνοντας τι μπορούσε να επιτύχει η παλαιά, λεγόμενη, τραγωδία. Η τριλογία διδάχτηκε το 467 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι είχαν ακόμη νωπή στη μνήμη τους την επίθεση των Περσών εναντίον της Ελλάδας και μπορούσαν να ταυτίσουν τη Θήβα με την πατρίδα τους. Υπάρχουν ακόμη μερικοί που ανιχνεύουν στο έργο ιστορικές αναφορές. Έτσι, πιστεύουν ότι κάτω από τον Ετεοκλή βρίσκεται ο Περικλής, πίσω από τον Αμφιάραο ο Αριστείδης ή ότι το έργο αποτελεί προπαγάνδα για την ενίσχυση του κύρους της Αθήνας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]