Τρία χρόνια πριν το θάνατό του, ο άγιος Ιγνάτιος Λογιόλα ενέδωσε στις προτροπές των στενών συνεργατών του και δέχθηκε να τους αφηγηθεί τη ζωή του. Δεν ήταν η περιέργεια που ωθούσε την επιθυμία τους αυτή. Οι σύντροφοι του Αγίου θεωρούσαν ότι ήταν απαραίτητο να γνωρίζουν την εσωτερική του ζωή για να εννοήσουν καλά το αυθεντικό πνεύμα του Τάγματος που είχε ιδρύσει. Μόνο αυτή η γνώση θα επέτρεπε να γίνει αντιληπτή στη γένεσή της, στην πιο μακρινή της διαμόρφωση, η έμπνευση που μια μέρα θα γινόταν πραγματικότητα με τη νομική θεσμοποίηση που εγκρίθηκε από την Αγία Έδρα. Η βιογραφία του Ιγνατίου δεν ήταν μήπως ταυτόχρονα μια προεικόνιση και μια ζωντανή ερμηνεία του Κανονισμού; Οι πρώτοι Ιησουΐτες αισθάνονταν μάλιστα ακόμη περισσότερο αυτή την ανάγκη, τόσο μάλλον που το Καταστατικό του Τάγματος του Ιησού δεν είχε ακόμη κυκλοφορήσει εκείνη την εποχή, ή μόλις κυκλοφορούσε, ενώ η ανάπτυξη του Τάγματος και η μεγάλη του επιτυχία έθετε σε κίνδυνο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]