Στην αυγή μιας νέας χιλιετίας η ευρωπαϊκή ύπαιθρος προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει το ρόλο της στις νέες συνθήκες. Η μακροχρόνια διαδικασία διαρθρωτικών αλλαγών που συνετέλεσε στην απομάκρυνση από τις γεωργικές δραστηριότητες έχει ενταθεί ως αποτέλεσμα αλλαγών: στην πολιτική (όπως η αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου), στο Διεθνή Καταμερισμό της Εργασίας και στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Οι αλλαγές αυτές δημιουργούν στις περιοχές της υπαίθρου έναν ποιοτικά πρωτόγνωρο συνδυασμό ευκαιριών και απειλών. Η μελέτη αυτή επιχειρεί να κατανοήσει τις αναπτυξιακές εμπλοκές που παρουσιάζονται στις περιφερειακές περιοχές της ευρωπαϊκής υπαίθρου. Η βασική υπόθεση εργασίας - κάτι που στη συνέχεια επαληθεύτηκε - ήταν ότι οι εμπλοκές αυτές θα μπορούσαν εν μέρει να αποδοθούν στην εξαιρετικά περιορισμένη επιχειρηματικότητα στις περιοχές αυτές, με την έννοια ότι η ίδια η παρουσία επιχειρηματιών στην ύπαιθρο δεν είναι σε καμία περίπτωση εγγυημένη, μια που τα άτομα που προσδοκάται ότι θα επιτελέσουν αυτές τις λειτουργίες είναι πολύ πιθανό να εγκαταλείψουν την ύπαιθρο για τα (πιο φιλόξενα) αστικά κέντρα. Επιπλέον διερευνάται εάν η επιχειρηματικότητα στην ύπαιθρο μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη της ανάπτυξής της. Τέλος, διερευνάται ο ρόλος των θεσμών γνώσης και των φορέων πολιτικής στην υποστήριξη των διαδικασιών ανάπτυξης της υπαίθρου και παρατίθενται κάποιες γενικές κατευθύνσεις πολιτικής. Το θέμα του βιβλίου αυτού είναι σημαντικό για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Έχει όμως μια ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, δεδομένων των μεγάλων αναπτυξιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες περιοχές της υπαίθρου της.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]