Έχει λεχθεί ότι η Ιστορία γράφεται από τους νικητές. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, η Αλεξάνδρα Κριεζή ανήκει στο στρατόπεδο των νικητών του ελληνικού Εμφυλίου πολέμου. Πόσο «νικήτρια» όμως είναι στ’ αλήθεια; Το σπίτι της λεηλατημένο και καμένο, ο άντρας και η μία της κόρη νεκροί. Πού έγκειται η νίκη και ο θρίαμβος; Εάν η απάντηση είναι κάτι σαν «πουθενά», ας αναλογιστούμε σήμερα πόσο τραγική ήταν η θέση των ηττημένων. Αν πρέπει να θυμόμαστε, ας τα θυμόμαστε όλα.
Το χρονικό της Κριεζή προσθέτει κάτι διαφορετικό στην εκτενή τοιχογραφία της μικροϊστορίας του ελληνικού Εμφυλίου. Μας δίνει μιαν εικόνα του «άλλου» Δεκεμβρίου. Είναι αμέτοχη, δεν πήρε όπλο, δεν στρατεύθηκε. Κι όμως η Ιστορία εισέβαλε βάναυσα στο σπίτι της. Γιατί; Θα αποτολμήσουμε μιαν απάντηση εδώ. Διότι δεν υπήρξε «αθώα». Δεν μπορεί να ήταν «αθώα», όπως και κανένας άλλος τότε ή σήμερα. Διότι το σπίτι της, το σώμα της, το σώμα της οικογένειάς της, δεν βρίσκονταν σε ένα παράλληλο σύμπαν, αλλά μέσα στην Ιστορία, μέσα στο 1944 και τον Δεκέμβριό του.
Νικητές και ηττημένοι, στο βάθος ήσαν –είμαστε– όλοι θύματα της Ιστορίας. Για την Αλεξάνδρα Κριεζή, η Ιστορία έγινε συνώνυμο της απώλειας, της απουσίας. Αυτό δηλαδή που τόσο συχνά είναι η (ελληνική) Ιστορία. Μια υπόθεση διαρκών και οδυνηρών απουσιών, γεμάτη φαντάσματα.
(Από τον Πρόλογο του Ηλία Μαγκλίνη)
Δεκέμβρης του 1944. Η οικογένεια της Αλεξάνδρας Κριεζή (η ίδια, ο ηλικιωμένος ναύαρχος Κριεζής και οι δύο κόρες τους) συλλαμβάνονται από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από ομηρία ενός μηνός και αδιανόητες περιπέτειες, βγαίνουν ζωντανές μόνον η μητέρα και η μία κόρη.