Φοβάσαι, φοβάσαι, φοβάσαι. Μια ζωή φοβάσαι. Τουλάχιστον διάλεξε μια στιγμή που δεν θα φοβάσαι καθόλου. Και ποια θα είναι αυτή; Η τωρινή. Αυτή η στιγμή που ζεις. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να πεθάνεις. Ο χειρότερος είναι να συνεχίζεις να επιβιώνεις συμβατικά. Κι ο καλύτερος; Ο καλύτερος είναι ν’ αφεθείς να πέσεις στο νερό (στο οποιοδήποτε νερό) χωρίς κανένα φόβο. Τα ’χουν ξαναπεί αυτά. Είναι λόγια που περιμένουν από κάποιον να τα κάνει πράξη. Κι αυτός ο κλήρος έπεσε σ’ εμένα.
Ο Μπιλ ο χλομός, αφού είδε κι απόειδε, ντύθηκε κλόουν, βάφτηκε, μπήκε στη Βουλή με την ταυτότητα του αδερφού του κι έπιασε όμηρο τον χοντρό υπουργό – επειδή, όπως μας λέει και η παροιμία, πριν ο λογικός το σκεφτεί ο τρελός το έχει ήδη κάνει. Όλοι έχουμε την τρέλα μας, όμως ο Μπιλ έχει αυτό το κάτι παραπάνω ή παρακάτω – διαλέγετε και παίρνετε. Πώς δεν το επιχείρησαν κι άλλοι; σκέφτεται. Αυτό χρειαζόταν να γίνει. Τώρα, ποια τύχη θα έχει τελικά ο Μπιλ ο χλομός και ποια ο πλαδαρός υπουργός, είναι το έπαθλο για όσους διαβάσουν ολόκληρη αυτή την ιστορία.