Οι ήρωες, σε αυτά τα είκοσι διηγήματα, είναι πλασμένοι από ανθρώπινο υλικό, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους: διαλλακτικοί και συνάμα εμμονικοί, δειλοί και ταυτόχρονα γενναίοι. Αν τους ενώνει κάτι, είναι η δυσκολία τους να συμφιλιωθούν με την πραγματικότητα. Στέκονται στο ημίφως ενός δωματίου, μπροστά στις γρίλιες μιας κλειστής πόρτας κι αναρωτιούνται αν πρέπει να βγουν στο άπλετο φως, όπου παραμονεύουν η ματαιότητα και η φθορά. Με την ελπίδα να εξιλεωθούν και με το χέρι απλωμένο προς την έξοδο, δημιουργούν -μόνο για μια στιγμή- ένα δικό τους κόσμο φτιαγμένο στα μέτρα τους. Κατασκευάζουν σωσίες, επικαλούνται φαντάσματα από το παρελθόν, κρύβονται σε καταφύγια, επαναστατούν αλλά δεν ξεφεύγουν από την πραγματικότητα, αφού αργά ή γρήγορα, η πόρτα θα ανοίξει και κανείς τους δεν θα την αποφύγει.
Ο Πέτρος Φούρναρης, χρησιμοποιώντας μια λιτή κι ακριβόλογη πρόζα που συνδέει το ατομικό με το συλλογικό και το προσωπικό βίωμα με τη φαντασία, προτρέπει τον αναγνώστη να κοιτάξει μέσα από τις γρίλιες, πριν το φως περάσει για να βρει το δρόμο του στη σκοτεινή κάμαρα.