Στις προηγούμενες μελέτες του ο συγγραφέας έχει προβληματιστεί έντονα όχι μόνο για τη διαχείριση του Κυπριακού στο παρελθόν, αλλά και για το πώς θα πρέπει να προχωρήσουμε στο μέλλον, για το τι πρέπει να γίνει για την επανένωση του νησιού και το τι πρέπει να αποφύγουμε για να προλάβουμε την παγίωση ή και την επιδείνωση της υφιστάμενης αρνητικής κατάστασης.
Αυτοί που ασχολούνται με το Κυπριακό πρόβλημα έχουν ως αντικείμενο της ενασχόλησής τους δύο κύρια θέματα: την ιστορική πτυχή (τι έγινε και γιατί) και την πολιτική πτυχή που αφορά το παρόν και το μέλλον (δηλαδή πώς αναλύονται τα υφιστάμενα δεδομένα και πώς προχωρούμε και τι κάνουμε στο μέλλον στο πλαίσιο της δεινής κατάστασης στην οποία έχει βρεθεί η Κύπρος και ειδικά η ελληνοκυπριακή πλευρά). Οι δύο αυτές πτυχές συνδέονται στενά μεταξύ τους, όχι μόνο διότι τα λάθη του παρελθόντος πρέπει να μελετηθούν και να διδάξουν, αλλά και διότι οι πιθανές προσεγγίσεις και επιλογές για το μέλλον συνδέονται άρρηκτα με τα πραγματικά δεδομένα του παρόντος, όπως διαμορφώθηκαν σε βάθος χρόνου.
Σήμερα, δεν είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο να συζητούμε παλαιότερα σχέδια επίλυσης και τις αντιδράσεις μας σε αυτά. Αντιθέτως, για τον συγγραφέα προέχει η εξεύρεση συμφωνίας, τώρα και όχι αργότερα. Φυσικά, πρωταρχική σημασία έχει το περιεχόμενο της όποιας συμφωνίας, θεωρεί όμως ότι οι συνθήκες τώρα καθιστούν μια λύση αναγκαία, αν πρόκειται να αποφευχθεί ο πλήρης εκτουρκισμός σημαντικού μέρους της Κύπρου.