Έχουμε βιώσει απόρριψη σαν παιδιά και μάθαμε με τη σειρά μας να απορρίπτουμε τους άλλους και τον εαυτό μας. Η απόρριψη δεν μειώνει ούτε απομακρύνει αυτό που απορρίπτουμε. Αντίθετα, το προσελκύει και το αυξάνει στην ζωή μας.
Όταν απορρίπτουμε κάποιον ή κάτι, επηρεαζόμαστε περισσότερο συναισθηματικά και ψυχοσωματικά από αυτό που απορρίπτουμε. Γινόμαστε εξαρτημένοι στο να είναι όπως το θέλουμε και χάνουμε την δύναμη, την ηρεμία και την ελευθερία μας να είμαστε καλά.
Όταν απορρίπτουμε τον εαυτό μας για τάσεις, συνήθειες ή αδυναμίες, τότε είναι ακόμα πιο πιθανό να επαναλαμβάνουμε τα ίδια. Όταν απορρίπτουμε τους άλλους ή τη συμπεριφορά τους, αυξάνουμε την πιθανότητα να ξανασυναντήσουμε την ίδια συμπεριφορά. Επίσης, μπορεί να βρεθούμε κάποια στιγμή να επιδεικνύουμε την ίδια συμπεριφορά που έχουμε απορρίψει στους άλλους.
Τα περισσότερα βάσανα και οι συγκρούσει μας με τον εαυτό μας και τους άλλους προέρχονται από την ανικανότητά μας να αποδεχτούμε τον εαυτό μας, τους άλλους και τη ζωή μας όπως είναι.
Λίγοι από εμάς συνειδητοποιούμε τη δύναμη, την ελευθερία, την ροή και τη γαλήνη που δημιουργείται από την κατάσταση της αποδοχής.
Η αληθινή αποδοχή δεν έχει τίποτα να κάνει με την αδυναμία, την παραίτηση ή την παράδοση στην ήττα.
Η αληθινή αποδοχή πηγάζει από εσωτερική ασφάλεια, αυτοπαραδοχή, δύναμη και την αυτοπεποίθηση στο ότι τα πάντα στην ζωή μας είναι ευκαιρίες για αυξημένη σύνδεση με μια εσωτερική πηγή ευτυχίας αλλά και επίσης μια πρόκληση να δημιουργήσουμε πιο αποτελεσματικά την ζωή που θέλουμε.