Το φως χρησιμεύει στον ζωγράφο ως συνεκτικός κρίκος στα παλίμψηστα τα οποία ο ίδιος επεξεργάζεται, τοποθετώντας επάλληλα στρώματα από χρώμα και απλώνοντας λαζούρες στον μουσαμά. Με τη βοήθεια του φωτός, διαμορφώνονται οι σχέσεις ανάμεσα στα μέρη και το Όλον αλλά και αποκτάει υπόσταση ο ρυθμός της χειρονομίας, της πινελιάς, των επεμβάσεων που εγγράφονται από την μιαν άκρη του καμβά στην άλλη. Το φως αραιώνει την πυκνή, αδιαπέραστη μάζα του χρώματος, τις ματιέρες, επεμβαίνοντας, πότε πότε, υπέρ της διαφάνειας. Ρυθμίζει τις ακολουθίες και τα κοντράστα των χρωμάτων. Διευθετεί τα informel στοιχεία και το Fluidum επάνω στον μουσαμά έτσι ώστε το βλέμμα του θεατή, ακολουθώντας τις φωτεινές κηλίδες, όχι μόνο να μην αποπροσατολίζεται, καθώς περιοδεύει ανάμεσα σε μη ιεραρχημένες δομές ή στο πολυεστιακό ζωγραφικό πεδίο, αλλά να συναρμολογεί νοητικά μια φωτεινή διαδρομή.