Η μελέτη διερευνά τη γενεαλογία, με όρους Foucault, των θεσμικών λόγων και πολιτικών της αυτοαξιολόγησης του σχολείου μέσω της ιστορικο-συγκριτικής εξέτασης των νομοθετικών κειμένων (νόμοι, υπουργικές αποφάσεις, εγκύκλιοι, οδηγίες εφαρμογής) που δημοσιεύθηκαν από την Πολιτεία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.Η μελέτη βασίζεται μεθοδολογικά στην Κριτική Ανάλυση Λόγου (N. Fairclough/R. Wodak) και αξιοποιεί τη Θεωρία του Λόγου (E. Laclau & Ch. Mouffe). Δίνει έμφαση σε έννοιες όπως η ηγεμονία, η αποδόμηση, ο ενδεχομενικός χαρακτήρας των πολιτικών και οι σχέσεις εξουσίας-γνώσης που χαρακτηρίζουν τον εκπαιδευτικό μεταρρυθμιστικό λόγο, τις πολιτικές και τις πρακτικές σχετικά με την αυτοαξιολόγηση του σχολείου σε εθνικό επίπεδο κατά την περίοδο που μελετάται.
Βασική θεωρητική-ερμηνευτική παραδοχή της μελέτης είναι η ανάλυση της αυτοαξιολόγησης του σχολείου ως μέσου διακυβέρνησης του σχολείου, ως σχολικής πολιτικής εκμάθησης και ως μηχανισμού κατασκευής και διαμόρφωσης ενός νέου ατομικού και συλλογικού εκπαιδευτικού υποκειμένου με στόχο τη συνεχή βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου. Η αυτοαξιολόγηση του σχολείου αποτελεί «αλλαγή παραδείγματος» στη σχολική εκπαίδευση καθώς συνδέεται και αλληλεπιδρά με όρους και έννοιες όπως ποιότητα και αποτελεσματικότητα στην εκπαίδευση και σχολική βελτίωση, με τον λόγο περί νέων ικανοτήτων/προσόντων των εκπαιδευτικών και με την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών.
Ειδικότερα, διερευνάται η αυτοαξιολόγηση του σχολείου ως ρηματική και κοινωνική πρακτική που διαμορφώνει μια νέα ατομική και συλλογική οργανωσιακή συνείδηση, που μετασχηματίζει τις παραδοσιακές εκπαιδευτικές πρακτικές, που δημιουργεί νέα ανοιχτά περιβάλλοντα εκμάθησης, αξιολόγησης και κοινωνικής λογοδοσίας.