Δύο γυναικείες φιγούρες περπατούν αγκαλιασμένες στην όχθη μιας λίμνης. Ένα δεκάχρονο αγοράκι τις ακολουθεί συνεπαρμένο από την τελειότητα των ειδώλων τους, έτσι όπως καθρεφτίζονται πάνω στην παγωμένη υδάτινη επιφάνεια. Ο Τζιμπέι δεν είναι πια ένα δεκάχρονο αγόρι, αλλά συνεχίζει να ακολουθεί τις δροσερές, ακτινοβόλες, αψεγάδιαστες σιλουέτες των νεαρών κοριτσιών. Η απρόσιτη τελειότητα της ομορφιάς τους έλκει σαν μαγνήτης τα τερατόμορφα πόδια του. Θα προτιμούσε να τις σκοτώσει ή να σκοτωθεί παρά να τις χάσει. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]