[...] Στον βασιλιά και πολλούς μεγιστάνες είχαν σταλεί διάφορα γράμματα που απεικόνιζαν τον δύστυχο Βενετσιάνο ως τον απεχθέστερο των ανθρώπων: τον παρουσίαζαν εξόριστο, όχι μόνο από την πατρίδα του, αλλά από όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, εδώ για καβγάδες του καφενείου, εκεί για προδοσίες, για απαγωγές, για φρικαλέες αισχρότητες και, από την πατρίδα του, για πράξεις γενικώς βδελυρές, εφόσον δεν μπορούσαν να ξέρουν. Όλ` αυτά ήταν βέβαια συκοφαντίες, άλλα μήπως οι συκοφαντίες δεν έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με τις κατηγορίες που βασίζονται σε γεγονότα ;
Η μονομαχία, γραμμένη στα ιταλικά μετά την επιστροφή του ΚΑΖΑΝΟΒΑ στη Βενετία, είναι μια μοναδική αυτοβιογραφική αφήγηση που συμπυκνώνει όλες τις λογοτεχνικές ιδιότητες και δυνατότητες που θα δώσουν τόση ακτινοβολία στα Απομνημονεύματά του.
Στη σύντομη αυτή αφήγηση, ο Καζανόβας διηγείται ένα δραματικό ζήτημα τιμής που λίγο έλειψε να του στοιχίσει τη ζωή κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Βαρσοβία το 1766.
Με το κείμενο αυτό ο Καζανόβας προσπαθεί να αποκαταστήσει μια αλήθεια, τη δική του αλήθεια, σ` ένα ζήτημα αμφιλεγόμενο και φαινομενικά περίπλοκο που προήλθε από μια προσβολή που υπέστη εξαιτίας μιας Ιταλίδας χορεύτριας.
Όπως όλοι οι σπινθήρες που οδηγούν σε φιλονικίες και εν συνεχεία σε μονομαχίες, το συμβάν φορτίζεται με αμφιβολίες και ποικίλα σχόλια. Ο σαρανταεννιάχρονος Καζανόβας, σ` αύτη τη λεπτότατη αγόρευση, αφήνει να διαφανούν, με τη μορφή αφήγησης, οι τάσεις που χαρακτηρίζουν την κοινωνία του 18ου αιώνα, στα μάτια της οποίας ο Βενετσιάνος ιππότης επεδίωκε να εμφανίσει την εικόνα του.
Πρωτοδημοσιεύτηκε το 1780 με τον τίτλο Il Duello. Η ελληνική έκδοση, σε μετάφραση της Αλόης Σιδέρη, συνοδεύεται από εισαγωγή και εκτενές βιογραφικό σημείωμα του Καζανόβα και της περιπετειώδους ζωής του.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]