Σ` ένα αγαθοκρατικό σύμπαν το κακό εισέβαλε στον κόσμο σαν λαθρεπιβάτης. Κάποιοι το είπαν παρυπόσταση, άλλοι το είπαν μη ον, χωρίς να λησμονούνται εκείνοι που θεώρησαν την παρουσία του αναγκαίαν, προκειμένου ν` αρχίσει στη σκηνή του κόσμου το παιχνίδι των εναντίων, η παλίντονος αρμονία, όπως του τόξου και της λύρας. Δεν υπάρχει φως χωρίς σκιά και η συνείδηση είναι μοιραίο να γνωρίσει τη νύχτα. Ιδού, τα πάντα καλά λίαν, υπό τον αστερισμό, ενίοτε, του κακού. Ο άνθρωπος, μη γνωρίζοντας τις καίριες στιγμές του, συλλαμβάνεται σαν τα ψάρια σε αμφίβληστρο κακό, όταν, κατά την μοιραία ώραν, επιπέσει πάνω του αιφνιδιαστικά. Και το ανεννόητο ή το παράλογο είναι ότι κάποτε η συμφορά έρχεται αναίτια. Η άτη προκύπτει χωρίς να προηγηθεί ύβρις. Ο Ιώβ, ο Kierkegaard, ο Άγνωστος με τη μεγάλη καρδιά και τη μεγάλη δυστυχία. . . Το κακό είναι πλήρης αποδυνάμωση της δημιουργικής δυνάμεως, της από του Ενός. Είναι το φως, όταν, στην έσχατη συνέπειά του, γίνεται σκότος. Η ωραία διαλεκτική δείχνει, ωστόσο, ότι το καθαρό κακό είναι αγαθό. Τα πράγματα οδηγούνται στον καιρό τους, και η συνείδηση καλείται ν’ αποφασίσει αν θα γίνει η καλύτερη ή θα παραμείνει η χείριστη. Πρόκειται για την πιο επίσημη ώρα του ανθρώπινου πεπρωμένου, όπου οι τελώνες δικαιώνονται, οι πόρνες καθοσιώνονται και ο ληστής εισέρχεται στον παράδεισο. Όποιος δεν αγάπησε τον αδελφό και τον εχθρό του, μένει εν τω θανάτω.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]