. . . Και είσαι η μοναδική μου συντροφιά σ’ έναν ακόμα μοναχικό Αύγουστο μέσα στην Αθήνα. . . Εσύ, η τελευταία λυγερή άνοιξη, η μοναδική, η πιο τρυφερή, δε γνώριζες ούτε τους φραγμούς, ούτε τις προσαρμογές, με τις όποιες διανοητικές τεκμηριώσεις, το μοναδικό πράγμα που δεν καταλάβαινες ήταν η μοναξιά. . . μα το ξεχνούσες γρήγορα χαρούμενη σε μια νέα δραστηριότητα. . . Σ’ αγαπώ, σ’ αγάπησα απ’ την αρχή. . . εγώ αγαπούσα πάντα. . . βαθιά μέσα μου υπάρχεις παρ’ όλα όσα έχεις υποστεί. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]