Το μυθιστόρημα `Η Τζανγκάντα: Ταξίδι στον Αμαζόνιο` εκδόθηκε από τον Ετζέλ το 1881 με τίτλο `La Jangada - Huit Cents lieues sur l`Amazone`, με εικονογράφηση του Λεό Μπενέτ. Πρόκειται για μια ιστορία περιπέτειας χωρίς στοιχεία επιστημονικής φαντασίας αλλά ούτε και προχωρημένης -για την εποχή του- επιστήμης.
Η ιστορία περιγράφει την περιοχή του Αμαζονίου από τα σύνορα Περού-Βραζιλίας μέχρι την πόλη Μανάους στη συμβολή με το Ρίο Νέγκρο κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού πάνω σε μια πολύ μεγάλη σχεδία. Είναι ξύλινη κατασκευή -από ξυλεία που ονομάζεται jangada στα βραζιλιάνικα- η οποία έχει πάνω της μια ολόκληρη κατοικία με τα βοηθητικά της κτίσματα. Με τον όρο `τζανγκάντα` σήμερα περιγράφονται κυρίως βραζιλιάνικες ψαρόβαρκες με τριγωνικό πανί και κύτος από κορμό ή κορμούς δέντρων.
Παράλληλα το ταξίδι αυτό γίνεται η αφορμή να ξετυλιχθεί και μια ιστορία δικαστικής πλάνης και αστυνομικής πλοκής με στοιχεία μυστηρίου, που επικεντρώνονται γύρω από ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα, από την αποκρυπτογράφηση του οποίου εξαρτάται η ζωή ενός ανθρώπου.
Στο πρώτο μέρος του μυθιστορήματος ο Βερν επιχειρεί να δώσει στον αναγνώστη όλες τις θαυμαστές -μέχρι τις μέρες του- ανακαλύψεις για το μεγαλύτερο σε όγκο νερού ποτάμι της Γης και το μεγαλύτερο τροπικό δάσος του πλανήτη που δημιουργείται στην τεράστια λεκάνη απορροής του. Το δεύτερο μέρος επικεντρώνεται κυρίως στις αγωνιώδεις προσπάθειες αποκρυπτογράφησης του σημειώματος κάτω από τα πολύ στενά χρονικά περιθώρια που ορίζονται από την ημερομηνία εκτέλεσης της θανατικής καταδίκης ενός αθώου. Φυσικά δεν λείπουν κι εδώ περιγραφές της φύσης και της ζωής στην περιοχή. Το κλειδί για τη λύση του μυστηρίου έρχεται από μία αποκάλυψη της τελευταίας στιγμής.
Το μυθιστόρημα αυτό αποτελεί ένα από τα πιο ευκολοδιάβαστα βιβλία του Ιουλίου Βερν, που καταφέρνει να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα.