Ο τόμος περιέχει τρεις ολοκληρωμένες ποιητικές συλλογές της υπερρεαλίστριας ποιήτριας αιγυπτιακής καταγωγής (1928-1986) που έγραψε στα γαλλικά και συνδέθηκε με τον Αντρέ Μπρετόν και το υπερρεαλιστικό κίνημα.
Ιδού πως μιλάει για την ποίησή της ο Έκτωρ Κακναβάτος :
`Εκείνο που δεσπόζει στην ποίηση της Joyce Mansour είναι η δίχως μεταπτώσεις αναφορά της στο χαοτικό διάστημα ανάμεσα Έρωτα και Θανάτου... που εκδηλώνεται όχι σπάνια σε τόνους ντελίριου. Φτάνει στο σημείο να ωθήσει τον έρωτα σ` επίθεση, ρίχνοντάς τον πάνω στα τείχη του θανάτου, να τα παραβιάσει, να εισβάλει στην ενδοχώρα του. Ο οραματισμός της, γι` αυτό, δεν ορρωδεί μπροστά στο μακάβριο : ωθεί την ερωτική αναζήτηση, την ερωτική έλξη και επαφή να συνεχίζεται ανάμεσα στους ενταφιασμένους, εκεί, μέσα στον τάφο, ενώ η σήψη προχωρεί ραγδαία, και όχι ανάμεσα στις ψυχές τους που διέφυγαν σε κάποια ουράνια ενδιαιτήματα που θέλει μια άλλη μεταφυσική εξαλλοσύνη, στους αντίποδες της δικής της. Θέλει τον έρωτα να διαπερνά τον θάνατο πέρα για πέρα διότι βλέπει τον θάνατο ακατάργητο δόκανο να πολιορκεί τον έρωτα σαν να `ναι το περίγραμμά του. Τον έρωτα διαπερατό από τον θάνατο. Τον θάνατο διαμπερή από τον έρωτα. Τον έρωτα εντεταγμένο στους κώδικες της μορφογένεσης. Τον θάνατο φάση της ανακύκλωσης των μορφών. Και είναι γι` αυτό η ποιήτρια πληγωμένη, είναι μελαγχολική, είναι πικρή, είναι αηδιασμένη, είναι δραματική, είναι χλευαστική, είναι αναστατωμένη, είναι επαναστατική... Και είναι ασύστολη. Ο λόγος της ενδίδει στην ασέλγεια, στη σεξουαλική φρενίτιδα που διακλαδίζεται στον κανιβαλισμό, στη λαγνεία, στο λεβιασμό, στο βίτσιο, στο μακάβριο, στη διαστροφή, σ` όλες τις παρενέργειες του ερωτικού παροξυσμού, επιστρατεύοντας και την αναισχυντία, προκειμένου να διασαλπίσει πως είναι απαράδεκτος ο θάνατος`.
Το βιβλίο τιμήθηκε με το Βραβείο της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας 1994.
[Απόσπασμα από κείμενο σε ιστοσελίδα του εκδότη]