Είμαι ο σκύλος, δεν μιλάω. Δεν ακούω. Δε σκέφτομαι. Δε ζω στο ύψος των ανθρώπων. Δεν αποτελώ κίνδυνο για κανέναν - και κανένας δεν περιμένει τίποτε από μένα... Είμαι ο σκύλος που αφήνουν στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, ένα καυτό πρωινό του Σαββάτου, για να κάνουν τα ψώνια τους. Είμαι ο σκύλος που περιμένει τα αφεντικά του χωρίς να διαμαρτύρεται. Βολικός. Ένα σκύλος που δεν πιάνει τόπο, δεν ενοχλεί, δε μαδάει. Ένας σκύλος που ξεχνάνε να ποτίσουν. Είμαι σκύλος, μα έχω ανάγκη να με αγαπούν. Ναι, ο Μαξ έχει την ανάγκη να τον αγαπούν. Μια ανάγκη απελπισμένη. Γιατί, μπορεί να μην έχει πόδια, αλλά έχει αυτιά, μάτια και μυαλό. Έτσι ακούει τα πάντα. Παρακολουθεί τη μητέρα του που, πληγωμένη από την εγκατάλειψη του άντρα της, έχει παραιτηθεί απ΄ τη ζωή, τον αδελφό του που δεν του δίνει καμία σημασία. Αλήθεια, γιατί ο πόνος, η αδιαφορία και οι ενοχές τυφλώνουν όσους περπατάνε όρθιοι, νεκρώνοντας καρδιές και αισθήματα; Και γιατί ο Μαξ της Καρολίν Μπονγκράν, ο Μαξ-σκύλος, ο Μαξ-παιδί - τι σημασία έχει - πρέπει να ματώνει σε όλη του τη ζωή μόνο και μόνο επειδή είναι καθηλωμένος σε ένα αναπηρικό καροτσάκι;
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]