Ήταν περίπου έντεκα η ώρα το πρωί, μέσα του Οκτώβρη, ο ήλιος μουντός και πάνω απ` την καθαρή κορυφογραμμή ο μολυβί ουρανός υποσχόταν γερή βροχή. Φορούσα το ανοιχτό μπλε κοστούμι μου, σκούρο μπλε πουκάμισο, γραβάτα και μαντηλάκι στο πέτο, μαύρα σκληρά παπούτσια και μαύρες μάλλινες σκωτσέζικες κάλτσες. Ήμουν κομψός, καθαρός, ξυρισμένος και νηφάλιος και δεν έδινα δεκάρα αν το καταλάβαινε κανείς αυτό. Ήμουν όπως ακριβώς ένα καλοντυμένος ιδιωτικός ντετέκτιβ όφειλε να είναι. Έτοιμος να συναντήσω τέσσερα εκατομμύρια δολλάρια.