Η σωστή τεχνική της κλινικής εξέτασης είναι μια δεξιότητα που αποκτάται στα πρώτα στάδια της ιατρικής εκπαίδευσης, γι` αυτό και είναι σημαντικό να διδάσκεται με οργανωμένο και περιεκτικό τρόπο.
Στα περισσότερα curricula ανά τον κόσμο, η διδασκαλία της κλινικής εξέτασης προηγείται της διδασκαλίας των παθολογικών οντοτήτων και αυτό αναπόφευκτα αυξάνει τον όγκο των πληροφοριών που πρέπει να διδαχθούν στον εκπαιδευόμενο, προκειμένου να κατανοεί τα όσα πράττει. Αυτό δημιουργεί μια επιπλέον δυσκολία που πρέπει να υπερκεράσουν τα εγχειρίδια διδασκαλίας της κλινικής εξέτασης. Έτσι, όταν ένα βιβλίο όπως η Κλινική Εξέταση της Βates κάνει τόσες επανεκδόσεις, θεωρείται δεδομένο πως έχει καταφέρει να αντεπεξέλθει όλες τις προαναφερθείσες προκλήσεις.
Ένα, όμως, επιπλέον χαρακτηριστικό αυτού του βιβλίου είναι η μακρά του παράδοση στις καινοτομίες, σημάδι του πόσο βαθιά οι συγγραφείς κατανοούν τόσο τις ανάγκες των διδασκομένων, όσο και τις ανάγκες της σύγχρονης κλινικής πράξης. Πέραν της ειδικής διαμόρφωσης των κειμένων, η καινοτομία αυτή επεκτείνεται και στο περιεχόμενο, εισάγοντας για πρώτη φορά ζητήματα όπως η κλινική εξέταση ατόμων των οποίων την γλώσσα δεν ομιλούμε (ένα φαινόμενο ολοένα και συχνότερο στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες μας) ή η κλινική εξέταση επί υποψίας κακοποίησης.
Η στιγμή που ο φοιτητής της ιατρικής πρωτοεξετάζει ασθενή είναι η δυσκολότερη στιγμή της καριέρας του, αλλά και αυτή που μένει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη του. Η αμηχανία της πρώτης προσέγγισης, η ανησυχία για το αν θα τηρηθούν σωστά οι αλγόριθμοι της κλινικής εξέτασης, η αγωνία της συλλογής όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών είναι συναισθήματα που λίγο ή πολύ μπορούν να σας περιγράψουν όλοι όσοι ασκούν την ιατρική. Η μελέτη της Κλινικής Εξέτασης της Βates θα βοηθήσει τους φοιτητές της ιατρικής να διαχειριστούν όλες αυτές τις αγωνίες, βάζοντας ταυτόχρονα τα θεμέλια για την δόκιμη άσκηση της ιατρικής επιστήμης.
(από τον πρόλογο του Χριστόδουλου Στεφανάδη)