«. . . οι πλειοψηφίες εισέρχονται στο στόχαστρο της καταστολής, ενώ η τιμωρία της βαριάς εγκληματικότητας προκύπτει ως παράπλευρη συνέπεια, αν όμως κάποτε οι συλλήψεις θα ονομάζονται `μη συλλήψεις`, οι καταθέσεις `μη καταθέσεις` και το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης `Υπουργείο Αγάπης`, ο οργουελλιανός κόσμος θα έχει ολοκληρωθεί. Αυτή είναι η αρνητική και καταθλιπτική πρόσληψη της υπόθεσης εργασίας. Υπάρχει όμως και η αντίστροφη, αβέβαιη αλλά θετική: καθώς η καταπίεση και η φτώχεια τείνουν παγκοσμίως να επεκτείνονται, το ριζοσπαστικό αίτημα γίνεται πλειοψηφικό και δημοκρατικό. Το βιβλίο διερευνά τις πτυχές ενός σκοτεινού μανδύα και εισφέρει μικρές ιδέες. Οι περισσότερες από τις αναλύσεις γράφτηκαν σε μια πρώτη μορφή ως άρθρα στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία. Ακολούθησαν την επικαιρότητα (2000 - 2002), εδώ όμως έχουν ενταχθεί στην πορεία μιας ενιαίας ανίχνευσης. Φαίνεται ότι σε πείσμα του μεταμοντερνισμού το ιστορικό αφήγημα της καταστολής έχει αρχή και συνέχεια, ενώ το αίτημα της δημοκρατίας δεν έχει τέλος. (. . .) Με έναν τυχαίο συνειρμό από τον Πρωταγόρα (μέτρον πάντων χρημάτων άνθρωπος) μεταφερόμαστε στα πρωτεία της αγοράς (μέτρον πάντων ανθρώπων χρήμα). Ο ανθρωπισμός είναι όμως σαν τα κεριά των παιδικών γενεθλίων που τα φυσάς, σβήνουν και μετά ξανανάβουν»
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]