Τα «μυκονιάτικα» πονήματα στο έργο του Παναγιώτη Κουσαθανά μάς δίνουν τη δυνατότητα να ρίχνουμε ματιές στην αθέατη πλευρά της Μυκόνου, την παλιά και τη νεότερη, την «άλλη» Μύκονο, που την ύπαρξή της όχι μόνον δεν γνωρίζουμε, αλλά ούτε καν υποπτευόμαστε. Πίσω από την εκτυφλωτική βιτρίνα της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και κουφότητας των τελευταίων 50 χρόνων στην ιστορία του νησιού, βιτρίνα στην οποία σωρηδόν και αδιακρίτως εκτίθενται τιμαλφή και ψευδόχρυσα, υπάρχει μια σπηλιά σ` ένα βράχο, όπου έχει «τρυπώσει» κάτι ανεκτίμητο: η εξόριστη ψυχή του τόπου, ξέπνοη μεν, ζωντανή εντούτοις ακόμα. Έτσι, στη μόνη γνωστή ιστορία του νησιού για τον περισσότερο κόσμο, εκείνη του τουριστικού πανηγυριού, που το διακρίνει το αλισβερίσι, ο συβαριτισμός, η υπερβολή, ο θόρυβος και η συνακόλουθη κακογουστιά και λεηλασία, ο Π. Κ. προσπαθεί να «ξετρυπώσει» και να αντιπαραθέσει την κρυμμένη στη σπηλιά αδικημένη «ψυχή του τόπου» για την οποία μίλησε προφητικά η σπουδαία Μυκιονιάτισσα Μέλπω Αξίωτη μισό αιώνα πριν. Στους δύο πρώτους τόμους από μια σειρά τεσσάρων, τα «Παραμιλητά - Κείμενα για τον πολιτισμό και την ιστορία της Μυκόνου», τα περισσότερα στοργικά φιλοξενημένα στην πρώτη τους μορφή στην εφημερίδα «Η Μυκονιάτικη», ακροβατούν με παιγνιώδη τρόπο πάνω στα σχοινιά της επιστημοσύνης, της λογοτεχνίας, ακόμα και του χωρατού, και ξετυλίγουν μπροστά μας την ταυτότητα του πασίγνωστου νησιού. Πρέπει, λοιπόν, να είχε πολλά αποθέματα αυτός ο τόπος, ώστε να μην έχει ακόμη φτάσει στο τελικό και πανθομολογούμενο ψυχορράγημα... Σήμερα που και πάλι ζητείται ο άνθρωπος, αυτό το χαρίεν, αλλά και θηριώδες ον, που ξέρει να γκρεμίζει τις Σφίγγες και τα αινίγματά τους, αλλά και να αυτοτυφλώνεται, σήμερα που ζητείται το φυσικό επακόλουθο ή μάλλον η προϋπόθεση του Ανθρώπου, δηλαδή ο Τόπος, κείμενα σαν κι αυτά των «Παραμιλητών» του Π. Κ. ίσως φανούν χρήσιμα σ` αυτήν την επίπονη αναζήτηση του Ανθρώπου και του Τόπου.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]