Η αποδοτικότητα και οι επιδόσεις μιας οικονομίας (ρυθμός ανάπτυξης και κοινωνική ευημερία) εξαρτώνται αποφασιστικά από το πόσο αποτελεσματικά λειτουργούν οι αγορές της. Το εάν μια αγορά λειτουργεί έτσι ώστε μακροχρόνια η κοινωνική ευημερία να μεγιστοποιείται εξαρτάται από το κατά πόσο υπάρχει αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην αγορά (υπαρκτός ανταγωνισμός) και για την αγορά (δυνητικός ανταγωνισμός). Η ύπαρξη Μονοπωλιακής Δύναμης συνεπάγεται μείωση, της έντασης του ανταγωνισμού, ενώ η μακροχρόνια διατήρηση Μονοπωλιακής Δύναμης σε μια αγορά συχνά οδηγεί σε μείωση της κοινωνικής ευημερίας. Γ` αυτό το λόγο αγορές με σημαντική Μονοπωλιακή Δύναμη υπόκεινται σε ρυθμιστικές παρεμβάσεις.
Η Ρυθμιστική Πολιτική έχει στόχο την άμεση ρύθμιση των τιμών και άλλων στρατηγικών επιλογών των επιχειρήσεων σε αγορές που είναι Μονοπώλια ή "σχεδόν" Μονοπώλια, όπως οι περισσότεροι από τους κλάδους κοινής ωφέλειας (τηλεπικοινωνιών, ηλεκτρισμού κ.λπ.) που έχουν πρόσφατα "απελευθερωθεί". Η Πολιτική Ανταγωνισμού έχει στόχο εκ των υστέρων (ex post) έλεγχο συμπεριφορών και πρακτικών επιχειρήσεων που στοχεύουν στην εκμετάλλευση, δημιουργία ή ενδυνάμωση της Μονοπωλιακής Δύναμής τους, και εκ των προτέρων (ex ante) έλεγχο συγκεντρώσεων επιχειρήσεων που δημιουργούν ή ενδυναμώνουν τη Μονοπωλιακή Δύναμη σε μια ολιγοπωλιακή αγορά. Οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις που έχουν στόχο να μετριάσουν τις αρνητικές επιδράσεις της Μονοπωλιακής Δύναμης στη μακροχρόνια κοινωνική ευημερία, με τη μορφή Ρυθμιστικής Πολιτικής ή Πολιτικής Ανταγωνισμού, έχουν γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη στην Ευρώπη και στην Αμερική τα τελευταία χρόνια τόσο σε επίπεδο εφαρμογής όσο και σε επίπεδο οικονομικής ανάλυσης. [...]