Ζεις σε μια πόλη από παιδί. Σ` αυτήν μεγαλώνεις, ανδρώνεσαι και γερνάς. Τη βλέπεις να γιγαντώνεται, να αλλάζει σημαντικά και μαζί μ` αυτή να αλλάζει κι η ίδια η ζωή. Εσύ, όσο περνούν και σε βαραίνουν τα χρόνια, τόσο πιο πολύ νοσταλγείς τα νιάτα σου. Αναλογίζεσαι και συγκρίνεις το σήμερα με το χθες. Κι έρχεται κάποια στιγμή που νοιώθεις την ανάγκη να ξαναζήσεις νοερά σ` αυτήν την ίδια πόλη όπως ήταν τότε, όχι γιατί η πόλη σου ήταν τότε καλύτερη, αλλά ίσως γιατί ήταν διαφορετική. Πιο ανθρώπινη, πιο μικρή, πιο χαμηλότονη. Τα θυμάσαι, λοιπόν, ένα-ένα και τα διηγείσαι. Πριν λίγα χρόνια διηγήθηκα «όσα θυμάμαι» απ` αυτήν την πόλη και νόμισα ότι τα είπα όλα κι ότι είχα ξεμπερδέψει με την επιθυμία μου: να μοιραστώ με τις τρίτες ηλικίες τις αναμνήσεις μου. Είχα σκεφτεί, μάλιστα, ότι ίσως τα παιδιά και τα εγγόνια μας θα έβρισκαν ενδιαφέρον σε μια τέτοια διήγηση. Να όμως τώρα, που θυμήθηκα κι άλλα. Φαίνεται ότι οι αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής δεν έχουν τελειωμό. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]