(...) Ο όρος «νησολόγιο» (λατινικά insularium, ιταλικά isolario, γαλλικά insulaire) είναι συμβατικός. Οι κατασκευαστές, κατά την πρώιμη περίοδο, αποκαλούσαν τα έργα τους Βιβλία των Νησιών, Βιβλία Ναυσιπλοΐας, Νησιώτικες Χωρογραφίες ή ακόμη και Νησιωτικούς Περίπλοες. Ο λατινικός όρος εμφανίζεται κατά τη δεκαετία του 1480 (Henricus Martellus) και ο αντίστοιχος ιταλικός στα 1534 (Bordone). Στα ελληνικά χρησιμοποιείται συνήθως η μεταγλώττιση «ιζολάριο», μολονότι ο Αντώνιος Μηλιαράκης είχε προτείνει στα 1874 τον όρο «νησιογραφία», και στα 1888 τον όρο «νησογραφία». Εδώ προκρίθηκε ο όρος νησολόγιο, στην προσπάθεια να τονιστεί η έννοια της συλλογής που υποβάλλει ο πρωτότυπος όρος, αντί εκείνης της περιγραφής. Με το συμβατικό αυτό όρο θα ορίζαμε τους χειρόγραφους ή έντυπους άτλαντες, οι οποίοι ανεξαρτήτως τίτλου, σχήματος, δομής ή του όγκου των αφηγηματικών περιγραφών, περιλαμβάνουν χάρτες, νησιών κυρίως αλλά και παράκτιων περιοχών, οι οποίοι παρατάσσονται κατά το εγκυκλοπαιδικό σύστημα των αυτοτελών λημμάτων. Η ύπαρξη χειρόγραφων εκδοχών ορισμένων νησολογίων χωρίς χάρτες δεν αλλοιώνει τον ορισμό. Δεν θεωρούμε νησολόγια τα έργα εκείνα, τα οποία στην πλήρη μορφή τους δεν περιλαμβάνουν χάρτες. (...) Οι ρίζες των νησολογίων πρέπει να αναζητηθούν στην αρχαιότητα. Ο αρχαίος κόσμος διατηρούσε αναμφισβήτητα μια ιδιαίτερη σχέση με τα νησιά, η ομηρική Οδύσσεια αποτελεί ένα παλαιότερο μυθικό «νησολόγιο», και είναι γνωστό το πόσο η ομηρική νησιωτική μυθολογία απασχόλησε την αρχαία λογιοσύνη. (...)
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]