`Οι Ρωμιοί θα επιστρέψουν, το γράφει το Κοράνι...` προφητεύει ο ιμάμης της Προύσας πριν πέσει κάτω από το κουρμπάτσι του Κεμάλ. Και πράγματι ένας Ρωμιός, ο Αλέξης, επιστρέφει κρυφά στην καμένη Σμύρνη αναζητώντας το νεανικό του έρωτα, τη Μιριάμ, η οποία, πιστεύοντας ότι την έχει απαρνηθεί, έχει τουρκέψει. Ανταμώνουν. Μα δε σμίγουν. Ο Καρίμ, ο οσμανλής άντρας της Μιριάμ, μη θέλοντας να σταθεί εμπόδιο στην ευτυχία τους, ρίχνεται στον γκρεμό. Ο Αλέξης φεύγει κυνηγημένος για δεύτερη φορά και η Μιριάμ στήνει
το δικό της μοναστήρι στην προμηθεϊκή γη της Καππαδοκίας. Ο μεγάλος διωγμός των χριστιανών της Ανατολίας, Ελλήνων και Αρμενίων, ξεσπάει και τότε εμφανίζεται ένας καινούριος κορυφαίος της ανθρώπινης τραγωδίας, ο νεαρός αξιωματικός του ιππικού Ισκεντέρ, γιος της Μιριάμ. Μέσα του έχει ξυπνήσει το ρωμέικο αίμα, μα δεν παύει να είναι και ένας πιστός οσμανλής, αφοσιωμένος στο καθήκον του. Η τραγωδία κορυφώνεται στο ποτάμι του Έβρου, όταν Αλέξης και Ισκεντέρ σταυρώνουν τα ξίφη τους και σμίγουν το αίμα τους, καθώς σωριάζονται θανάσιμα τραυματισμένοι, ο ένας επάνω στον άλλον.
10 Νοεμβρίου 1938. Ανάκτορα Ντολμά Μπαχτσέ. Ο Κεμάλ Ατατούρκ, αφήνοντας μια τρομερή κραυγή από τον πόνο που του έσχιζε τα σωθικά, σωριάζεται νεκρός, νικημένος από την αρρώστια. Οι γιατροί τρέχουν και τον μεταφέρουν στον οντά του. Με δάκρυα στα μάτια ο καβάσης του μαζεύει από κάτω το βιβλίο που διάβαζε ο αρχηγός του. Τίτλος του: Το Αδικοχυμένο Αίμα δε Στεγνώνει Ποτέ.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]