Αρχή βασική της γραφής του Μπέννετ είναι ότι ο θεατρικός μονόλογος δεν αναπτύσσει και δεν `φτιάχνει` γεγονότα, παρά τα παραθέτει απλώς ως έχουν, κυριολεκτικά αφτιασίδωτα, ώστε ο μυστικός εσωτερικός διάλογος μεταξύ τους ν` αποτελεί την ουσία της γραφής. Στα πλαίσια μιας τόσο αυστηρής θεώρησης των υποχρεώσεων απέναντι στο κείμενο και στο θεατή, κάθε θεατρικός μονόλογος του Μπέννετ απαιτεί μεγάλη υπευθυνότητα στη δόμηση εκ μέρους του συγγραφέα και σε βάθος κατανόηση των δρώμενων επί σκηνής εκ μέρους του θεατή. Ο Μπέννετ ανάγει την έκφραση σε ουσία ζωής, υπηρετώντας μοιραία μια κλασική αξίωση της Τέχνης: θέμα και μορφή να διεισδύουν και να χάνονται το ένα μέσα στο άλλο αξεδιάλυτα κι έτσι μόνο να νοείται το πλήρες δημιούργημα. Γι` αυτό και οι μονόλογοί του κατέχουν στο σημερινό θέατρο μια θέση που κατά κανόνα ανήκει στα κείμενα που χωρίς δραματικότητα - με ιδιόμορφο χιούμορ εδώ - έχουν την έννοια του τραγικού και χαμογελούν στωικά στο βρυχηθμό της ζωής, σαν ήρωες της παλιάς Μεγάλης Λογοτεχνίας, που αντιλαμβανόταν την πνευματική αυτοκυριαρχία ως διάσταση όχι μόνον της σοφίας, παρά και του κάλλους.