[...] Η ιδιαίτερη συμβολή του Αχιλλέα Απέργη στην αφαίρεση αναγνωρίζεται στην ιδιομορφία της πλαστικής του γλώσσας, η οποία επιτυγχάνεται ύτερα από ένα μακρύ και επίπονο πειραματισμό με το υλικό. Από τα τέλη της δεκαετίας του `50 κι έπειτα, η γλυπτική γίνεται γι αυτόν ένα μέσο διατύπωσης των οραμάτων του και της νοητικής του σχέσης με τον υλικό κόσμο και με τη ζωή.
Η απομάκρυνση από την παραστατική γλυπτική έχει ήδη ολοκληρωθεί το 1958, όταν εκθέτει στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας τα πρώτα δείγματα της προσωπικής του αφαιρετικής πλαστικής γλώσσας, διατυπωμένης σε μια σειρά από γλυπτά, εκτελεσμένα με την τεχνική της τήξης των μετάλλων. Χρησιμοποιεί σιδερένιες βέργες, τις οποίες συνενώνει με μέσο την οξυγονοκόλληση. Με τη φλόγα του οξυγόνου, αρχίζει να σχεδιάζει ανάγλυφα πάνω στις μεταλλικές επιφάνειες που σχηματίζει. Με αυτή τη μέθοδο, μετασχηματίζει τη συμπαγή ιδιότητα του υλικού σε σχεδόν δισδιάστατη επιφάνεια, που πάλλεται από εντάσεις, από ίχνη διάβρωσης, καταστροφής, αποτυπώνοντας, με αυτόν τον τρόπο, τις εμπειρίες και τις μνήμες του πολέμου και των μεταπολεμικών κακουχιών. Ο όγκος του υλικού μετατρέπεται σε ένα σύνολο από ανάγλυφες ρυθμικές κινήσεις, που εκτοξεύονται σα μια τρισδιάστατη γραφή μέσα στο χώρο. [...]
(από το δοκίμιο της Έφης Στρούζα)