Το 1991, άρχισα να γράφω, όπως μου έρχονταν. Πότε στα ουράνια, πότε στα τάρταρα. Πότε ευτυχία κι επιτυχίες. Πότε καταστροφές και δάκρυα.(...) Πέρασαν χρόνια έτσι. Μέσα δούλευε το σαράκι. Θυμόμουν, μετά την καταστροφή, όλα εκείνα τα αγαπημένα πρόσωπα, ξεχασμένα τώρα ονόματα, που προσωπικά εγώ τα είχα εμπνεύσει, τα είχα ανεβάσει κι αυτά στα ουράνια μαζί μου, τα περισσότερα χαμένα, σκοτωμένα ή με σκυμμένα κεφάλια. (...) Αν δεν έκανα μνημόσυνο γι` αυτόν τον κόσμο, θα τους πρόδινα - οι περισσότεροι τουφεκίστηκαν. (...) Πολλές φορές ένιωσα την οργή, το θυμό, την πίκρα, τον πόνο, αλλά χάρηκα και την ευτυχία, την έξαρση, την ανάταση, τη δημιουργία - τα έγραψα όλα, ζωντανά, όπως τα ένιωθα τότε που γίνονταν. Η καταγραφή προχώρησε αργά και βασανιστικά.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]