Πες! Έχεις περπατήσει ποτέ σε κάποιον επαρχιακό δρόμο της κεντρικής Βοημίας ένα σεπτεμβριάτικο πρωινό; Ο χαμηλός, ομιχλώδης, αποπνικτικός ουρανός μοιάζει με βρόμικη γκρίζα τέντα τρυπημένη από τις μαραμένες, ωχρές καστανιές, που πλαισιώνουν τον βαθιά ρυτιδιασμένο από τροχούς καφέ δρόμο. Ο κόκκινος ήλιος έχει σκεπάσει το πνιγμένο στην καταχνιά πρόσωπό του με πυκνά πέπλα· μερικές τρελές αχτίδες γλιστρούν πάνω από τον συννεφένιο τοίχο και ρίχνουν κίτρινες, λεπτές γραμμές στα περιττώματα στο δρόμο. Ένας δύσθυμος άνεμος στριφογυρίζει τα κίτρινα φύλλα πέρα δώθε και διαλύει τον αραιό καπνό που φαίνεται να βγαίνει έρποντας απ` τις μακρινές στέγες του χωριού - μια εικόνα ανείπωτης, απερίγραπτης, αβάσταχτης θλίψης. Όποτε σκέφτομαι αυτή την εικόνα, αισθάνομαι ένα μεγάλο πόνο κοντά στην καρδιά μου. Κάτι σκιρτά - και τραβάει, τραβάει ώσπου δάκρυα καίνε στα μάτια μου. . . Η ίδια αίσθηση ξυπνά μέσα μου όταν σκέφτομαι τη φτωχή γυναίκα, που την ιστορία της θέλω να σου διηγηθώ. Άκου! Δεκατέσσερα διηγήματα του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, ιστορίες έρωτα και θανάτου, σοφίας και αλαζονείας, ελπίδας και ελευθερίας, μυστικισμού και έκστασης, ματαιότητας και πίστης. Δεκατέσσερα ιμπρεσιονιστικά πεζά, στα οποία ξεχειλίζει ο ρυθμός και η μουσικότητα της γλώσσας του μεγαλύτερου ποιητή της Αυστρίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]