Η μελέτη ασχολείται με το ζήτημα της προστασίας των εφευρέσεων στον τομέα της βιοτεχνολογίας. Το ζήτημα έχει ενδιαφέρον, διότι η βιοτεχνολογία αναγνωρίζεται στις μέρες μας ως η κύρια επιστημονική προοπτική ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία στηριζόμενη στην επιστημονική γνώση φαίνεται ότι μπορεί να αλλάξει θεμελιακά την αντίληψη για την οικονομική και τεχνολογική δομή των κοινωνιών. Άλλωστε, στις αρχές του 21ου αιώνα συντελείται επανάσταση στη βάση των γνώσεων των βιοεπιστημών και δη της βιοτεχνολογίας, η οποία προσφέρει νέες εφαρμογές στην περίθαλψη, τη γεωργία, την παραγωγή τροφίμων, την προστασία του περιβάλλοντος και την εκμετάλλευση των οικοσυστημάτων.
Η χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας για τα προϊόντα της βιοτεχνολογίας αποτελεί την κρατούσα παγκοσμίως μορφή νομικής προστασίας. Παρά ταύτα, στον τομέα της βιοτεχνολογίας το δίκαιο βρίσκεται για ακόμα μια φορά αντιμέτωπο με την επιστημονική εξέλιξη. Αυτό γιατί η βιοτεχνολογία από τη φύση της επιβάλλει την αντιπαράθεση των ηθικών και κοινωνικών αξιών με τα θαυμαστά της επιτεύγματα και τις προκλήσεις σε ερευνητικό και επιστημονικό επίπεδο. Μοιραία, η αντιπαράθεση μεταφέρεται στον χώρο του δικαίου και δη του συστήματος ευρεσιτεχνίας. Η "δοκιμασία" του δικαίου της ευρεσιτεχνίας απέναντι στις κρατούσες αρχές και αξίες δεν είναι παντού ομοιόμορφη, ούτε έχει τα ίδια αποτελέσματα, παρά το γεγονός ότι από τη χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας εξαρτάται σήμερα η έρευνα και η χρηματοδότηση στον τομέα της βιοτεχνολογίας και της γενετικής μηχανικής, έναν τομέα με τεράστιες υποσχέσεις και απειλές για το μέλλον της ανθρωπότητας.
Με τη μελέτη εξετάζεται η εξέλιξη των ρυθμίσεων στο δίκαιο και τη νομολογία των ΗΠΑ, μιας και η χώρα αυτή διαθέτει τη μεγαλύτερη παραγωγή βιοτεχνολογικών εφευρέσεων παγκοσμίως. Εκ παραλλήλου, εξετάζεται η ευρωπαϊκή εξέλιξη στα πλαίσια της Σύμβασης του Μονάχου για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, καθώς και σε επίπεδο εθνικών δικαίων. Αναλύεται ερμηνευτικά η κοινοτική Οδηγία 98/44/ΕΚ για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων, αναφορά δε γίνεται στην προσφυγή των Κάτω Χωρών ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την ακύρωσή της. Τέλος, δίδεται μια συνθετική εικόνα του δικαίου περί εφευρέσεων και δη βιοτεχνολογικών εφευρέσεων, όπως ισχύει στην Ελλάδα, με βάση το δίκαιο της ευρεσιτεχνίας αλλά και τους κανόνες της βιοηθικής.
Η μελέτη διαθέτει αλφαβητικό ευρετήριο και παράρτημα βιολογικών και βιοτεχνολογικών όρων προς διευκόλυνση του αναγνώστη.