Ο ποιητής δείχνει αμέριστη εμπιστοσύνη σε δύο αξεχώριστα `είδωλα` της γραφής: στο είδωλο της σκέψης και στο είδωλο που γεννά η γλώσσα. Γιατί κάθε ποίημα (ακόμα και στις μέρες μας, του μεταμοντέρνου σκεπτικισμού) αποτελεί ένα είδωλο κάποιας πραγματικότητας. Κάτι που προκύπτει από τη λέξη `είδος`, δηλαδή από αυτό που φαίνεται. Και σημαίνει αυτό που μπορεί να γίνει αντιληπτό με τις αισθήσεις μας. Να, λοιπόν, που συναντιούνται η γλώσσα με τη σκέψη: βασικό μέλημα της ποίησης είναι να σταθεί απέναντι σε μια `πραγματικότητα` η οποία - το γνωρίζουμε πια - φτιάχνεται από σημεία. Η σχέση ανάμεσα στην μυθοπλασία και στην πραγματικότητα τείνει όλο και περισσότερο ν` αντιστραφεί. Ζούμε σ` έναν κόσμο μυθοπλασιών. Δεν έχει νόημα να κατασκευάζουμε realities. Η σημασία βαραίνει πλέον την πρόθεση: `Διακοπές στην πραγματικότητα` και όχι `από την πραγματικότητα`. Η ποίηση μας καλεί σε μια νέα συμμετοχή. `Ό, τι χάνεται διασώζεται μέσα μας, ως αυτό που χάνεται`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]