`Ιδανική μέρα για μπανανόψαρα`:
Ενενήντα επτά διαφημιστές από τη Νέα Υόρκη είχαν καταλάβει το ξενοδοχείο, και, καθώς μονοπωλούσαν τις υπεραστικές γραμμές, η κοπέλα του 507 χρειάστηκε να περιμένει από τις δώδεκα ως τις δυόμιση για να τη συνδέσουν. Όμως δεν έχασε την ώρα της. Διάβασε ένα άρθρο σ` ένα γυναικείο περιοδικό τσέπης με τίτλο `Το Σεξ είναι Παράδεισος - ή Κόλαση`. Έπλυνε τη χτένα και τη βούρτσα της. Καθάρισε το λεκέ από τη φούστα του μπεζ ταγιέρ της. Ξήλωσε το κουμπί της Saks μπλούζας της και το ξανάραψε λίγο πιο πάνω. Έβγαλε με το τσιμπιδάκι δυο τρίχες που είχαν ξαναφυτρώσει πάνω στην κρεατοελιά της. Κι όταν, επιτέλους, την κάλεσε η τηλεφωνήτρια, ήταν καθισμένη στον καναπέ του λιακωτού και κόντευε να τελειώσει με το βάψιμο των νυχιών του αριστερού της χεριού.
Ήταν απ` αυτές τις κοπέλες που δεν τσακίζονται να σηκώσουν το τηλέφωνο. Θα `λεγες πως το τηλέφωνό της δεν είχε σταματήσει να κουδουνίζει από τη μέρα που μπήκε στην εφηβεία της.
Με το βουρτσάκι της, κι ενώ το τηλέφωνο συνέχιζε να χτυπάει τελείωσε και με το μικρό της δάχτυλο, περνώντας άλλη μια φορά με το βερνίκι το μηνίσκο του νυχιού. Ύστερα, έκλεισε το μπουκάλι με το καπάκι του, σηκώθηκε κι έπιασε να κουνάει πέρα-δώθε το αριστερό της χέρι για να στεγνώσει. Με το στεγνό της χέρι-το δεξί- πήρε ένα γεμάτο σταχτοδοχείο από τον καναπέ και το πήγε στο κομοδίνο, εκεί όπου ήταν το τηλέφωνο. Κάθισε σ` ένα απ` τα δυο στρωμένα κρεβάτια και - θα `ταν το πέμπτο ή έκτο χτύπημα - σήκωσε το ακουστικό. `Εμπρός!` [. . .]