Η ανασύσταση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στο πλαίσιο του κράτους των Οθωμανών και η επαναλειτουργία του σε σύντομο χρονικό διάστημα, λίγους μόνο μήνες μετά την Άλωση, του επέτρεψε να μην αποκοπεί από τη μακρά βυζαντινή παράδοση. Η ευνοϊκή αυτή συγκυρία ενισχύθηκε από το γεγονός πως εκείνοι που πρώτοι επάνδρωσαν το Πατριαρχείο στη νέα, τη μεταβυζαντινή περίοδο, ήταν στελέχη που γνώριζαν καλά τη λειτουργία της πατριαρχικής γραμματείας. (...) Βέβαια οι όροι κάτω από τους οποίους επαναλειτούργησε το Πατριαρχείο στο πλαίσιο ενός αλλόθρησκου πλέον κράτους ήταν διαφορετικοί από εκείνους που ίσχυαν τη βυζαντινή εποχή· ο νέος πατριάρχης όμως, καθώς και ο συνεργάτης του, ο νέος μέγας χαρτοφύλαξ, είχαν ως προγραμματική αρχή τη συνέχιση της βυζαντινής παράδοσης σε όλα τα επίπεδα. Και ένα από αυτά ήταν η τήρηση των κανόνων της βυζαντινής γραφειοκρατικής παράδοσης στην πατριαρχική γραμματεία: άρχισαν, με άλλα λόγια, να τηρούν έναν επίσημο κώδικα στον οποίο κατέγραφαν τις αποφάσεις που έπαιρνε το Πατριαρχείο και σημείωναν ό,τι το αφορούσε (...).
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]