ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΟΝΣΟ ΚΙΧΑΝΑ
κατεβαίνεις ανώφελα σαν τέλεια
μαριονέτα με αναμνήσεις κάποιου
άλλου κόσμου φορτωμένος τύψεις
αβοήθητων πραγμάτων τύψεις όχι δικές σου
ταγμένος στου ήλιου τη φωταψία
που νύχτες ολόκληρες με μάγια προσπαθούσε
να βρει μια ρωγμή στης αλήθειας τα τείχη
τα δακρύβρεχτα τα σχεδόν λησμονημένα
αυτή την ψύχρα την νιώθεις στη δράση
ως και οι φλέβες σου παράξενα θυμούνται
όλα του κόσμου δυστυχήματα τις πίκρες
και τις πληγές αυτές που αυλακώνουν μέτωπα
και κάνουν κόκκινα δάκρυα να στάζουν στους
τάφους τους κενούς απ` ανθρώπων μοίρα.