ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ , ΓΕΝΙΚΑ
Οι άνθρωποι, γενικά,
Είναι παράδοξα όντα.
Ξεφυσούν και νευριάζουν,
Και διαμαρτύρονται και φωνάζουν,
Και τσακώνονται
Και πλακώνονται
Και κατατρίβονται κι αναλώνονται
Σε ένα σωρό μαλακίες,
Κι όταν έρχεται η ώρα
Του σοβαρού ζητήματος
Ξαφνικά γαληνεύουν, ηρεμούν
Και συμφωνούν
Και συναινούν
Να κάτσουν όμορφα κι ωραία
Κι όλοι μαζί
Να συντριβούν.
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ
Εδώ δεν μένουν πια τόσα πολλά να κρύψεις.
Αλήθεια, δεν μένει τίποτα σχεδόν, αν το καλοσκεφτείς.
Είμαστε κι οι δυο στην άκρη του σπιτιού,
Στο βάθος του νιπτήρα,
Κι οι δυο μπροστά στο χάραμα, στο τέλος της γιορτής.
Κοιτάζουμε κατάματα τον ίδιο μας τον κόσμο,
Τις μέρες που υψώσαμε όπως θέλαμε εμείς.
Τα μάτια μας κλειστά, τα σωθικά γεμάτα,
Οι τσέπες να ανεμίζουνε,
Κι άγρια να φιλιόμαστε, μπρος στον γκρεμό της Γης., που βεβαιώνει ότι η δική της εκδοχή του βίου είναι αυτή που θ’ απομείνει