Τὸ πρωταρχικὸ κίνητρο, τὸ ὁποῖο ἐμπνέει τὸν Κορυδαλέα στὴ σύνθεση τοῦ πονήματός του, εἶναι ἡ ἰσχυρὴ βούλησή του νὰ καταδείξει ὅτι ἡ φιλοσοφία τοῦ Ἀριστοτέλη ὑπερτερεῖ ὅλων τῶν ἄλλων φιλοσοφικῶν ρευμάτων ἢ δογμάτων, τὰ ὁποῖα θεωρεῖ, βεβαίως, σπουδαῖα πνευματικὰ ἐπιτεύγματα, ἀλλὰ ἐκτιμᾶ ὅτι ὑπολείπονται κατὰ πολὺ τοῦ ἀριστοτέλειου φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ. Αὐτὴ ἡ βεβαιότητά του, ὅτι ὁ Ἀριστοτέλης εἶναι ἡ ἀδιαφιλονίκητη φιλοσοφικὴ αὐθεντία, ὁ Φιλόσοφος, συνυφαίνεται ἁρμονικῶς μὲ τὴν ἀκλόνητη πεποίθησή του ὅτι ἡ Περιπατητικὴ αἵρεση στὴ μετεξέλιξή της ὑπερέχει ὅλων τῶν ἄλλων φιλοσοφικῶν σχολῶν καὶ ὁ γνησιότερος ἐκπρόσωπός της, ὁ ἐμβληματικὸς Ἀλέξανδρος ὁ Ἀφροδισιέας, εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλον ὁμότεχνό του. Ὑπὸ τὶς προϋποθέσεις αὐτές, ὁ Κορυδαλέας αὐτοπροσδιορίζεται ὡς «τρόφιμος» καὶ αὐθεντικὸς θιασώτης τῆς Περιπατητικῆς φιλοσοφίας, ἐνῶ παράλληλα ἐπωμίζεται τὴν εὐθύνη ὄχι ἁπλῶς νὰ συνεχίσει νὰ διδάσκει τὰ δόγματά της, ἀλλὰ νὰ διευρύνει περαιτέρω τὸ γνωστικὸ πεδίο της, καθὼς ἀναλαμβάνει, ὡς οἱονεὶ ἱστορικὸς τῆς φιλοσοφίας, νὰ καλύψει ἕνα κενὸ τῆς ἀριστοτέλειας θεματικῆς, συγγράφοντας τὴν ἱστορία τῶν φιλοσοφικῶν αἱρέσεων. Ἡ μέθοδος τὴν ὁποία μετέρχεται ὁ Κορυδαλέας, γιὰ νὰ συνθέσει τὸ εὐσύνοπτο ἱστορικοφιλοσοφικὸ πόνημά του, εἶναι ἡ ἱστορικὴ γενετικὴ μέθοδος, τὴν ὁποία, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ, τὴν ἀρύεται ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν, τὴν ἐφάρμοσε σὲ διάφορους τομεῖς τῶν φιλοσοφικῶν ἐρευνῶν του, ἐπισημαίνοντας μάλιστα τὴ χρησιμότητά της.