«Αυτά τα γεγονότα δεν άργησαν να προκαλέσουν μεγάλη συγκίνηση στην Αθήνα. Ανέκαθεν η Ελλάδα και η Κρήτη δοκίμαζαν τα ίδια συναισθήματα, έχοντας υποστεί τις ίδιες συμφορές, ενωμένες από το ίδιο μίσος για τον Τούρκο. Ποτέ κάτι το κρητικό δεν υπήρξε ξένο για την Ελλάδα. Οι εταιρείες, τα πατριωτικά συμβούλια που εμπνέονταν από τη Μεγάλη Ιδέα, έστειλαν από νωρίς στην Κρήτη συνδρομές, πολεμοφόδια, εθελοντές...Τότε η ήττα των Βουλγάρων εξελίχθηκε σε πανωλεθρία. Υποχωρούσαν παντού μπροστά στους Έλληνες. Η καταρράκωση του μεγάλου ονείρου τους, η απογοήτευση μιας τόσο αναπάντεχης καταστροφής ύστερα από τόσο λαμπρές νίκες, τους τρέλαναν. Έφυγαν λεηλατώντας και σφάζοντας αλύπητα τους δύσμοιρους πληθυσμούς που βρίσκονταν στο διάβα τους... Σ` αυτό το σημείο η μεγαλοφυΐα του Βενιζέλου εξασφάλισε στην Ελλάδα οφέλη που ούτε οι καλύτεροι φίλοι της δεν ονειρεύτηκαν ποτέ για λογαριασμό της. Οι δύο Ναπολέοντες είχαν ήδη περιορίσει τις φιλοδοξίες της τσαρικής Ρωσίας μέσα στην Μαύρη Θάλασσα. Έτσι, η θέση ήταν κρατημένη για την Ελλάδα, διότι η Κωνσταντινούπολη υπήρξε η πρωτεύουσα της ελληνικής αυτοκρατορίας πριν από την τουρκική εισβολή. Διότι εκτός από τους Τούρκους που παρέμειναν εκεί εξαιτίας της ιδιότητάς της ως πρωτεύουσας του σουλτάνου, η Κωνσταντινούπολη, είναι βασικά ελληνική. Εκεί βρισκόταν η πραγματική επανόρθωση της καταστροφής του 1453».
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]