«Είδα την πόλη σας να καίγεται. Είδα τα σπίτια σας να μαυρίζουν. Είδα τα δέντρα σας να γίνονται κάρβουνο και εσάς να τρέχετε μακριά. Πέταξα από θάμνο σε θάμνο, από ελιά σε ρείκι, από χωράφι σε χωράφι, από αυλή σε σπίτι και τα έκαψα όλα».
Φωτιά ξέσπασε στο νησί, το καλοκαίρι απέκτησε διαφορετικό χρώμα, άλλη μυρωδιά. Οι υποσχέσεις που δόθηκαν από τον προηγούμενο Αύγουστο κάηκαν μαζί με τις πρώτες ελιές, θάφτηκαν στη στάχτη.
Η Άρτεμη όμως δεν τις ξέχασε. Είχαν ορκιστεί ότι θα δημιουργήσουν μια ιστορία, μαζί και οι τρεις. Το μυαλό της ήταν αφοσιωμένο εκεί, την τράβαγε μακριά από την καταστροφή, από το μυστήριο της φωτιάς. Η ιστορία όμως είχε ήδη αλλάξει, έκαιγε πια τα χέρια, όπως εκείνο το βράδυ που χίμηξε η πυρκαγιά στο δωμάτιό της. Ο άνθρωπος φωτιά ήταν δίπλα της και σκόπευε να παραμείνει.
Τρεις χαρακτήρες που αφηγούνται τα γεγονότα: ο γιος, ο πατέρας και ο παππούς.
Τρεις νέοι που ωριμάζουν μέσα από τη σύγκρουση με το παρελθόν και το μέλλον.
Το τέλος της αθωότητας μέσα σ’ ένα καλοκαίρι που θα σημαδέψει τη ζωή τους…
Το τέλος της ιστορίας κρυμμένο στα καρέ ενός κόμικ.
Μη βιαστείτε να το διαβάσετε.