- Ποια είσαι; τη ρώτησα.
Τα δακρυσμένα μάτια της με κοίταξαν με μια τεράστια απορία. - Ώστε δε με θυμάσαι; Η φωνή μου; Που μιλούσαμε τις ταραγμένες νύχτες στην ερημιά; Που μόνο εγώ έβλεπα το χρώμα των μορίων σου; Ξέχασες;
Μια αστραπή φώτισε το μουντό τοπίο της μνήμης και έδωσε κίνηση στον προηγούμενο χρόνο, με παραστάσεις και φωνές: Η Σίπλε!
Το όνομα με τον κωδικό των γραμμάτων.
Η αέρινη φαντασίωση. Η προσδοκία για τον ερχομό. Έμεινα εκεί, στην ίδια θέση, και την κοίταγα, για αρκετή ώρα, επίμονα.
Η Σίπλε! Που η μαγική δύναμη του μαγνητικού κύκλου την έχει μεταμορφώσει σε ανθρώπινη ύπαρξη. Με σάρκα και οστά… Διαπίστωσα, με έναν κρυφό πόθο, πως δεν είχα μόνο εγώ το προνόμιο της ενσάρκωσης και της ενανθρώπησης…
Πήγα κοντά και την αγκάλιασα. Το θλιμμένο πρόσωπό της άλλαξε αμέσως έκφραση. Έμοιαζε τώρα σαν ανοιξιάτικο χαμόγελο.
Από εκείνη τη στιγμή, ο έρωτας -ο έρωτας των μορίων!- άνοιξε τα φωτεινά φτερά του στον σκοτεινό κόσμο των ανθρώπων…