Δεινοί Κολυμβητές
Και μη μου πεις ξανά κολύμπι πως δεν ξέρεις /
στη θάλασσα των ξεβρασμένων αναμνήσεων /
πως θα πνιγείς /
χωρίς μια νοσταλγία παροντική /
να επιπλέει για να γραπωθείς /
κίνητρο να σου δώσει για τη σωτηρία. //
Γεννήθηκες να κολυμπάς˙/
Εννιά μήνες μες στον αμνιακό σάκο της μάνας/
άλλο δεν έκανες από το να επιπλέεις/
σε μιαν ατμόσφαιρα περιρρέουσα/
με τα αινίγματα όλα άλυτα εξ’ αρχής/
όμως εσύ ξέγνοιαστα κολυμπούσες/
Ροβινσώνας Κρούσος πριν βρεθείς στη γη των λωτοφάγων/
όπου λησμόνησες την υδρόβια φύση σου.//
Κι ύστερα ήρθανε τα καλοκαίρια/
απόπειρες εξοικείωσης με το λησμονημένο παρελθόν/
ενώ το βλέμμα των γονιών χεράκωνε κουπί να σε διδάξει/
πριν απ’ το θήλαστρο/
γιατί μονάχα το κουπί θα μείνει/
Αυτό ο τρόπος, το μέσο κι ο σκοπός/
αυτό κι η σωτηρία/
όταν οι άγκυρες σε καθηλώνουν στο βυθό/
και διαβρώνει τις αισθήσεις το αλάτι/
ενώ η ματιά ποθεί ουρανό για ν’ αγναντεύει/
ποθεί ορίζοντες στυμμένα πορτοκάλια/
κι ανασαιμιές παλικαρίσιες από ψηλά με θέα. //
Κι έπειτα πάλι σκέψου/
σε πόσα ναυάγια επιβίωσες/
Τιτανικούς και Λουζιτάνιες/
σιδερικά φαντάσματα που αξίωναν πληρωμή/
απ’ του παρόντος το υστέρημα/
ανόητα πιστεύοντας πως αν βερνικωθούν/
θα φαίνονται ως καινούρια/
κι ας είχε φτάσει η σκουριά ως το μεδούλι/
κι ας έφτασαν στον πάτο προ πολλού τα ιδανικά μας.//
Εσύ κολύμπησες με λέπι και κουπί/
και προπορεύτηκες/
Στη θάλασσα της μνήμης/
να μην δειλιάζεις ούτε στιγμή/
Και μη μου πεις ξανά κολύμπι πως δεν ξέρεις.//