Οι πρόσφατα εκτοπισμένοι πληθυσμοί της Ασίας και της Αφρικής και οι σθεναρές αντιστάσεις της Ευρώπης στην ετερότητα μας υπενθυμίζουν καθημερινά ότι ζούμε μια εποχή «φετιχισμού» των συνόρων. Παρά τη συνεχή μετατόπιση της ανθρωπολογίας προς την απεδαφοποιημένη έρευνα, το σύνορο θέτει επίμονα ζητήματα οριοθέτησης με συμβολικούς και οντολογικούς όρους. Αυτή η ανθρωπολογική μελέτη εστιάζει στο σύνορο. Επιλέγει όμως να μη στραφεί προς την κοφτερή, ωστόσο σχετική, αξία του «επίκαιρου», αλλά να δώσει βάρος στη «μεγάλη διάρκεια». Επιστρέφει λοιπόν τη ματιά στην αλβανική μετανάστευση και διερευνά «μεικτούς» γάμους ημεδαπών ανδρών και αλβανίδων μεταναστριών που πραγματοποιήθηκαν στην ελληνοαλβανική μεθόριο μετά το 1990. Μέσα από τη διεισδυτική προσέγγιση ιστοριών ζωής, η συγγραφέας διερευνά αργούς μετασχηματισμούς και λεπτές αντινομίες, ενώ ανασύρει ακραίες εμπειρίες βίας που, υπό άλλες συνθήκες, θα μπορούσαν να θεωρηθούν οδυνηρές εκδοχές του γνώριμου ενδοοικογενειακού φαινομένου. Εδώ η βία «ξαναδιαβάζεται» σε συνάρθρωση με τη μετανάστευση, την εθνικοφροσύνη και το φύλο. Το βιβλίο ξεδιπλώνει μια πολυσύνθετη και μακροχρόνια διαδικασία παραγωγής και αναπαραγωγής βίας, που συνδέεται άμεσα με το ίδιο το σύνορο και τη φορτισμένη πορεία μιας μεθοριακής κοινωνίας: τη «βία του συνόρου».